Το Δυμόκαστρο, με συνολική έκταση 220 στρέμματα, αποτελείται από τρία τμήματα που αναπτύσσονται κλιμακωτά κατά μήκος του λόφου και ορίζονται από επάλληλους οχυρωματικούς περιβόλους. Την περίοδο ίδρυσής του η κατοίκηση περιορίζεται στο πιο ομαλό και επίπεδο ανατολικό τμήμα του λόφου, όπου οι συμβατικά ονομαζόμενες «ακροπόλεις» Α και Β. Στη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων η οχύρωση επεκτείνεται για να συμπεριλάβει και το δυτικό τμήμα («ακρόπολη» Γ) μέχρι την ακτή, όπου τοποθετείται το αρχαίο λιμάνι.
Ο οικισμός οργανώνεται με άξονα τη φυσική διαμόρφωση του εδάφους και όχι βάσει αυστηρού πολεοδομικού σχεδιασμού. Η κύρια οδική αρτηρία διερχόταν παράλληλα στην οχύρωση, ενώ τμήματα δρόμων που έχουν αποκαλυφθεί μεταξύ γειτονικών κτιρίων αποτελούσαν, ουσιαστικά, διαδρόμους επικοινωνίας και συνήθως κατέληγαν σε αδιέξοδο.
Η χωροθέτηση των οικοδομημάτων δεν ακολουθεί ενιαίο σύστημα προσανατολισμού, ενώ τα ίδια τα κτίρια -στην πλειονότητά τους ιδιωτικές οικίες- παρουσιάζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις ως προς την κάτοψη, το μέγεθος, αλλά και τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες. Εκτός από μεμονωμένες κατοικίες, με ορθογώνια ή τραπεζιόσχημη κάτοψη, συναντάμε και περισσότερο σύνθετα κτιριακά συγκροτήματα με πλήθος δωματίων σε ακανόνιστη διάταξη. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του χώρου αποτελούν οι τρεις, λαξευμένες στο βράχο, κυκλικές δεξαμενές για τη συγκέντρωση των νερών της βροχής.
Στο Δυμόκαστρο δεν έχει εντοπισθεί σαφώς οριοθετημένος χώρος εμπορικής ή πολιτικής Αγοράς. Έχουν, ωστόσο, αποκαλυφθεί κτίρια που μπορούν να χαρακτηριστούν δημόσια. Για τις εμπορικές δραστηριότητες των κατοίκων προοριζόταν το στωϊκό οικοδόμημα στο βορειοδυτικό άκρο της «ακρόπολης» Α. Σε κοντινή απόσταση ερευνήθηκε ένα συγκρότημα δύο ορθογώνιων κτιρίων με ιδιαίτερα επιμελημένη τοιχοποιία, στο εσωτερικό του οποίου βρέθηκαν τμήματα από αετωματικά γλυπτά και πήλινα αντικείμενα σχετιζόμενα με λατρεία. Ένα δεύτερο ιερό εντοπίζεται στο δυτικό άκρο της «ακρόπολης» Β και αποτελείται από ένα κυρίως οικοδόμημα με τριμερή εσωτερική διαίρεση και βοηθητικά δωμάτια.
Την εικόνα της κατοίκησης συμπληρώνει ταφικός τύμβος, τμήμα του αρχαίου νεκροταφείου του οικισμού, που βρίσκεται στους ανατολικούς πρόποδες του λόφου, εκτός των τειχών.
Ο οικισμός του Δυμοκάστρου, που γνώρισε μεγάλη ακμή κατά την ελληνιστική περίοδο, καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 167 π.Χ. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους οχυρωμένους οικισμούς της Θεσπρωτίας, δεν εγκαταλείφθηκε -πιθανότατα λόγω της καίριας θέσης του για τον έλεγχο των θαλάσσιων οδών του Ιονίου- αλλά συνέχισε να κατοικείται μέχρι και τον 1ο αι. μ.Χ.
Ο αρχαιολογικός χώρος του Δυμοκάστρου αναδείχθηκε και κατέστη επισκέψιμος με χρηματοδότηση από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Ηπείρου του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης.
O αρχαιολογικός χώρος του Δυμοκάστρου παραμένει συνεχώς ανοικτός για το κοινό, με ελεύθερη είσοδο.
Έκθεση εποπτικού υλικού για τον αρχαιολογικό χώρο του Δυμοκάστρου λειτουργεί, από τον Αύγουστο του 2014, στο ισόγειο του κτιρίου που στεγάζει το Λαογραφικό Μουσείο της Πέρδικας (Λαογραφικό Μουσείο Πέρδικας, Κεντρική Πλατεία - Θερινό ωράριο λειτουργίας: καθημερινά 19.30-22.00 - είσοδος ελεύθερη).
Πρόσβαση: Το Δυμόκαστρο βρίσκεται, περίπου, 38 χλμ. νότια της Ηγουμενίτσας. Ο επισκέπτης μπορεί να ακολουθήσει είτε την Εγνατία Οδό είτε την Ε.Ο. Ηγουμενίτσας - Πρέβεζας μέχρι τον οικισμό του Καρτερίου, όπου στρίβει δεξιά προς Πέρδικα. Διασχίζει το χωριό και κατευθύνεται προς την παραλία Καραβοστάσι. Στον λόφο πάνω από το νότιο άκρο της παραλίας βρίσκεται ο αρχαιολογικός χώρος.
Αεροφωτογραφία του οικισμού | Η «ακρόπολη» Α | Η μία εκ των τριών δεξαμενών του οικισμού, στην «ακρόπολη» Α | Το ιερό στην «ακρόπολη» Α |
Το ιερό στην «ακρόπολη» Β | Κατάλοιπα στωϊκού οικοδομήματος στην «ακρόπολη» Α | Πύργος οχύρωσης της «ακρόπολης» Γ |